Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



αμινοξύ, το [πλ. τα αμινοξέα]


Ερμηνεία:

Οξύ που περιέχει μία αμινομάδα (-ΝΗ2) ένα από τα συστατικά των πεπτιδίων.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Amino acid fermentation at the origin of the genetic code. Harold P de Vladar. Biol Direct. 2012; 7: 6. Published online 2012 February 10.


Συνώνυμα:



 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Βιοχημεία: